Εναλλακτικούς τρόπους για τη διενέργεια και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των υπαλλήλων στο Δημόσιο αναζητεί το υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθώς η εφαρμογή του νέου συστήματος έχει “μπλοκάρει” μετά και τις παροτρύνσεις της ΑΔΕΔΥ και της ΠΟΕ-ΟΤΑ για αποχή των υπαλλήλων από τη διαδικασία.Βάσει των μνημονιακών δεσμεύσεων, η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του Ιουνίου. Η προθεσμία παρήλθε, αλλά η διαδικασία είναι στον “αέρα”, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των υπουργείων και των φορέων τους δεν έχουν παραδώσει τα σχετικά φύλλα. Σύμφωνα με πληροφορίες, τις οποίες μάλιστα επιβεβαίωσε προ μηνός κατά την αδιέξοδη συνάντησή της με εκπροσώπους της ΑΔΕΔΥ η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγα Γεροβασίλη, το πρόβλημα δεν έγκειται στην απροθυμία των υπαλλήλων να συμμετάσχουν στη διαδικασία, αλλά στην άρνηση των προϊσταμένων τους να παραλάβουν τα έντυπα αξιολόγησης. Αρμόδιοι αξιωματούχοι της διοίκησης εκτιμούν ότι η πλειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων αντιλαμβάνεται την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στο Δημόσιο, ενώ έχει εμπεδωθεί ότι το νέο σύστημα αξιολόγησης δεν συνδέεται με απολύσεις ή οποιαδήποτε αρνητική εργασιακή μεταβολή. Ωστόσο, το θέμα μοιάζει να “κολλάει” στα ανώτερα επίπεδα της διοίκησης.
Εντός των ημερών αναμένονται οι επόμενες κινήσεις από πλευράς του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθώς είναι εμφανές το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί και το οποίο μάλιστα έχει θορυβήσει και τους θεσμούς. Επί του παρόντος, έχει δοθεί διά της σιωπής μικρή χρονική παράταση με την προσδοκία να εκτονωθεί η κατάσταση. Κάποια, ελάχιστα υπουργεία, όπως το υπουργείο Τουρισμού, έχουν ολοκληρώσει την αξιολόγηση των υπαλλήλων τους, παραδίδοντας τα σχετικά έντυπα. Στο Διοικητικής Ανασυγκρότησης εκτιμούν ότι αυτό μπορεί να λειτουργήσει ενθαρρυντικά και για το υπόλοιπο Δημόσιο, ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία “αναίμακτα”.
Η κ. Γεροβασίλη έχει επανειλημμένως δεσμευθεί ότι δεν θα ενεργοποιήσει τις προβλεπόμενες πειθαρχικές και ποινικές διαδικασίες που προβλέπονται εις βάρος όσων δεν συνεργάζονται και οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν “λύση στο αδιέξοδο”. Ως εκ τούτου, αναζητούνται εναλλακτικές λύσεις και ενδεχομένως και “κίνητρα” τα οποία θα δοθούν στους υπαλλήλους και τους προϊσταμένους τους για να συμμετάσχουν στη διαδικασία.
Επί του παρόντος, δεν υπάρχει ξεκάθαρη “εικόνα”, ωστόσο οι σχετικές ζυμώσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και ήδη την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες συσκέψεις επί του θέματος. Ως επικρατέστερη λύση, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, φαίνεται να προκρίνεται αυτή της παροχής κάποιου είδους επιβράβευσης στους υπαλλήλους και στους φορείς που θα ανταποκριθούν άμεσα. Η επιβράβευση θα μπορούσε να σχετίζεται επί παραδείγματι με τις προαγωγές ή ενδεχομένως με κάποιο είδος μοριοδότησης, ωστόσο, λόγω και της οικονομικής συγκυρίας, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αφορά κάποιο χρηματικό μπόνους.
Σύμφωνα με το νέο σύστημα αξιολόγησης, η “καλή βαθμολογία” θα είναι κριτήριο για την ανάληψη θέσεων ευθύνης και συνεπώς για καλύτερες οικονομικές απολαβές, ενώ για τους υπαλλήλους που θα συγκεντρώσουν χαμηλή βαθμολογία προβλέπεται η δυνατότητα επιμόρφωσής τους.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση θα γίνεται ένθεν κακείθεν, δηλαδή οι επικεφαλής όλων των βαθμίδων θα αξιολογούν τους υφισταμένους αλλά και θα αξιολογούνται από αυτούς.
H αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων με βάση το νόμο Βερναρδάκη που ψηφίστηκε στις αρχές του 2016 (δηλαδή πριν 1 ½ χρόνο) πρέπει να έχει ολοκληρωθεί στο τέλος του τρέχοντος μηνός. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει, λόγω της παρατεταμένης αποχής των δημοσίων υπαλλήλων και υπολογίζεται ότι θα πάρει παράταση τουλάχιστον ενός μήνα.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι αντιδρούν για δύο κυρίως λόγους. Ο ένας είναι το γεγονός ότι θα αξιολογηθούν από προϊσταμένους που τοποθετήθηκαν πριν τον Ιανουάριο του 2015 και ο άλλος είναι πως αν κάποιος υπάλληλος κριθεί δύο φορές ανεπαρκής θα χάσει ένα μισθολογικό κλιμάκιο.
Αφήστε μια απάντηση